- ῥᾳδιούργημα
- ῥᾳδιούργημαmisdeedneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ραδιούργημα — το / ῥᾳδιούργημα, ΝΜΑ [ραδιουργῶ] δόλια ενέργεια εναντίον κάποιου, κακούργημα («εἰ μὲν οὖν ἦν ἀδίκημά τι ἤ ῥᾳδιούργημα πονηρόν», ΚΔ) αρχ. 1. απερίσκεπτη πράξη 2. ψεύτικη, πλαστή ιστορία, κατασκεύασμα τής φαντασίας … Dictionary of Greek
ῥᾳδιουργημάτων — ῥᾳδιούργημα misdeed neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥᾳδιουργήματα — ῥᾳδιούργημα misdeed neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥᾳδιουργήματος — ῥᾳδιούργημα misdeed neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ԽԱՐԴԱԽՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 0930 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical գ. ἕνεδρος, ἑπιβουλή insidiae κακία , κακοπραγία maleficentia ἑπιτήδευμα, παραδιατριβή, ῤαδιούργημα , στραγγαλία, σπίλας, μεθοδεία dolus, versutia եւն. Նենգութիւն. դաւաճանութիւն … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)